Στην Ελλάδα έχουμε δει μόνο μια διάσταση του φαινομένου που διεθνώς αποκαλείται «second screen apps» (δηλαδή εφαρμογών που τρέχουν στον υπολογιστή, το smartphone ή το tablet και σχετίζονται με τηλεοπτικό περιεχόμενο): αναφερόμαστε βεβαίως στα «κλαμπ» που δημιουργούνται στο Twitter κάθε φορά που παίζει κάποιο επεισόδιο κάποιας δημοφιλούς σειράς ή εκπομπής, ελληνικής ή ξένης. Παρά την εξαιρετικά δημοφιλή ανταπόκριση των τηλεθεατών στο Twitter, ωστόσο, τα second screen apps πάνε αρκετά μακρύτερα και ήδη έχουν αρχίσει να αποφέρουν έσοδα στους εμπλεκόμενους. Αναφερόμαστε σε apps όπως το GetGlue και το IntoNow, τα οποία λειτουργούν περίπου όπως το FourSquare με τη διαφορά ότι αντί για τοποθεσίες, ο χρήστης κάνει τσεκ-ιν σε προγράμματα ή όπως το WiO, το οποίο δημιουργεί συνδέσεις με προϊόντα που εμφανίζονται σε μια διαφήμιση ή ένα πρόγραμμα με το Ίντερνετ (για πληροφορίες, προσφορές κ.λπ.)
Κρίνοντας από την επιτυχία των παραπάνω εφαρμογών (διαβάζουμε ότι στις αρχές της άνοιξης, το GetGlue είχε πιάσει το ένα εκατομμύριο χρήστες) θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ίσως τελικά ο συνδυασμός τηλεόρασης και Ίντερνετ να μην είναι τόσο αδόκιμος όσο πιστευόταν κάποτε. Και είμαστε βέβαιοι ότι οι ενδιαφερόμενοι –οι οποίοι δεν είναι και τόσο μικροί όσο θα πίστευε κανείς, καθώς κάποια τέτοια πρότζεκτ υποστηρίζονται και από εταιρείες όπως η Yahoo! και η Google, για να μη συζητήσουμε για τα μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα- θα καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να τον υποστηρίξουν. Το τι έχουν να ωφεληθούν είναι ηλίου φαεινότερο, άλλωστε.
Από την άλλη, είναι καλό να ακούει κανείς και τις αντίθετες φωνές που υποστηρίζουν ότι υπάρχουν κάποια όρια στις πληροφορίες που μπορεί να δεχθεί συνειδητά ο ανθρώπινος εγκέφαλος κάθε δεδομένη στιγμή, όρια τα οποία τα second screen apps δοκιμάζουν σημαντικά! Υπάρχει άραγε πραγματικός λόγος να είναι κανείς online ακόμα και τη ώρα που βλέπει τηλεόραση; Και μήπως αυτό, πέραν της προσωρινής «κοινωνικής ικανοποίησης» (καθώς οι εφαρμογές αυτές είναι κατά το πλείστο SNS) αποσπούν την προσοχή του χρήστη τόσο από το τηλεοπτικό περιεχόμενο όσο και από το πώς κατευθύνονται οι επιλογές του; Μ’ άλλα λόγια, μήπως αυτό που γίνεται στην πραγματικότητα είναι ένα information overload τα αποτελέσματα του οποίου, κάθε άλλο παρά ευεργετικά θα είναι;
Σχόλια