Το σαββατοκύριακο που πέρασε, βρέθηκα με έναν φίλο που είχα να δω από τον περασμένο Δεκέμβριο –είναι Έλληνας, βρέθηκε στο Τόκιο για δουλειά και περάσαμε ένα-δυο πρωινά μαζί κάνοντας βόλτες και συζητώντας. Κάποια στιγμή, πίνοντας τσάι και βλέποντας σούμο στην τηλεόραση (ναι, είπαμε να εξαντλήσουμε όλα τα ιαπωνικά κλισέ) τον ρώτησα τη γνώμη του σχετικά με ένα επιχειρηματικό σχέδιο που σκέφτομαι τους τελευταίους μήνες: έχοντας αρκετή εμπειρία σε θέματα μάρκετινγκ, Ιαπωνίας και ορισμένων άλλων αντικειμένων που σχετίζονται με αυτό που είχα στο μυαλό μου, είναι από τους καλύτερους ανθρώπους για να εκφέρουν άποψη.
Όπως όλοι οι άνθρωποι που έχουν φάει τα χρόνια τους στον χώρο των επιχειρήσεων όταν αναγκάζονται να έρθουν αντιμέτωποι με τις συχνά αφελείς ιδέες αδαών όπως εγώ, ο φίλος μου με ρώτησε κατ’ αρχάς αν πιστεύω ότι η ιδέα μου είναι καλή ώστε να αξίζει κάποιος να πληρώσει για την υπηρεσία και τα αγαθά που θα προσφέρω. Και η απάντηση μου ήταν ότι είναι κάτι που μπορεί να καλύψει τις ανάγκες ενός μικρού κοινού αλλά προφανώς δεν πρόκειται για κάτι που θα συνταράξει τον κόσμο όπως το Facebook. Και επειδή αυτό που είπα του φάνηκε κάπως αστείο, του εξέθεσα την άποψή μου ότι από επιχειρηματικής πλευράς, το Facebook είναι ό,τι σημαντικότερο έχει γίνει –τουλάχιστον στον κόσμο των επιχειρήσεων- στα χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πρόκειται για κάτι που το σκέφτομαι συχνά και η δουλειά σε ένα Μέσο όπως το “Deasy” σίγουρα βοηθάει: ένας νεαρός έχει μια ιδέα που δεν είναι καν πρωτότυπη –στην πραγματικότητα η ιδέα του είναι να συσκευάσει εκ νέου ό,τι παρείχε το Ίντερνετ επί τουλάχιστον μια δεκαετία πριν αλλά σε πιο περιορισμένη έκδοση και εντός συγκεκριμένων εταιρικών ορίων, κάτι ανάλογο δηλαδή με το να πάρει ένα κομμάτι ενός δάσους, να βάλει συρματοπλέγματα και να το σερβίρει σαν πάρκο. Και 13 χρόνια μετά το δημιούργημά του βρίσκεται να έχει δύο δισεκατομμύρια χρήστες και ο νεαρός βρίσκεται να “αξίζει” κάτι λιγότερο από 68 δις δολάρια –ακόμα και αν κανείς αφαιρέσει το τελευταίο κομμάτι, το γεγονός ότι η εταιρεία του είχε πέρσι τζίρο 27,6 δις δολάρια είναι εντυπωσιακό.
Όμως ακόμα πιο εντυπωσιακό –τουλάχιστον σε κάποιον όπως εγώ που δεν είναι επιχειρηματίας (και πιθανότατα δε θα γίνει ακόμα και αν η ιδέα που συζήταγα με τον φίλο μου καταφέρει να μπει μπροστά)- είναι το θέμα των δύο δις χρηστών. Ποια υπηρεσία κατάφερε να φτάσει μια τέτοια χρηστική βάση σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα καλύπτοντας τόσες πολλές πολιτισμικές διαφορές και προσφέροντας κάτι τόσο άχρηστο; (Θυμίζω ότι λέγοντας “άχρηστο” εννοώ ότι όλα όσα προσφέρει το Facebook ήταν ήδη διαθέσιμα από χρόνια.) Πώς είναι δυνατόν να μη μένει κανείς άφωνος μπροστά σε αυτό το φαινόμενο;
Τους τελευταίους μήνες, έχω επαν-ανακαλύψει τον πολυπράγμονα Χένρι Ρόλινς μια από τις φωνές του σάουντρακ της εφηβείας μου (και, νομίζω, και της δικής του). Όντας παλιάς κοπής αντιφρονών, ο Ρόλινς τα βάζει συχνά με τον πολιτισμικό ιμπεριαλισμό και με το βιομηχανικό-στρατιωτικό πλέγμα συμφερόντων των ΗΠΑ και τον τρόπο που αυτά εκφράζονται με την παγκοσμιοποίηση. Και παρότι συμφωνώ με ένα μεγάλο μέρος των απόψεών του, δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ αν μια τέτοια συζήτηση έχει νόημα στην εποχή του/της Facebook και ακόμα περισσότερο στην εποχή που θα την ακολουθήσει, όταν οι χρήστες θα φτάσουν τα τρία, τα τέσσερα ή τα πέντε δισεκατομμύρια: τίποτα στην ιστορία δε μας έχει προετοιμάσει για κάτι τέτοιο.
Σχόλια