Αν και έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας από την τηλεοπτική σειρά που τους έκανε γνωστούς στη χώρα τους και άλλα 35 από την τελευταία τους ταινίας, εξακολουθώ να θεωρώ τους Μόντι Πάιθον ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια στον χώρο του τηλεοπτικού και κινηματογραφικού χιούμορ και σίγουρα ένα από τα πιο αξιόλογα πνευματικά προϊόντα που εξήγαγε ποτέ η Βρετανία. Συνεπώς ακούω με ιδιαίτερη προσοχή ό,τι έχουν να πουν τα μέλη της ομάδας και ειδικά ο Τζον Κλιζ ο ο οποίος υπήρξε πάντοτε ο αγαπημένος μου Πάιθον.
Για όσους δεν το ξέρουν, ο Κλιζ έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη δημιουργικότητα: από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν άρχισε να γνωρίζει τον εαυτό του καλύτερα μέσω της ψυχοθεραπείας (έχει γράψει μάλιστα δύο βιβλία μαζί με τον ψυχαναλυτή του Ρόμπιν Σκίνερ) προσπαθεί να εντοπίσει τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους δημιουργικούς. Και στις παρουσιάσεις που έκανε για το αυτοβιογραφικό του “So, Anyway...” βίντεο από τις οποίες μπορεί κανείς να βρει στο YouTube δίνει μια ερμηνεία στο φαινόμενο της περιορισμένης δημιουργικότητας στην εποχή μας που με προβλημάτισε αρκετά: φταίει η τεχνολογία.
Επειδή το παραπάνω ακούγεται πολύ απόλυτο, να το πω λίγο καλύτερα: κατά τον 78χρονο πρώην Πάιθον, η δημιουργικότητα των ανθρώπων πλήττεται από τη συνεχή πίεση που αυτοί υφίστανται, ειδικά στην εποχή μας, από αιτήματα για επικοινωνία. Για τον Τζον Κλιζ, η δημιουργικότητα προέρχεται από το ασυνείδητό μας και αυτό λειτουργεί πολύ καλύτερα όταν είμαστε χαλαροί και δεν αισθανόμαστε άγχος –αντίθετα, όταν αυτό συμβαίνει, έχουμε την τάση να κάνουμε πράγματα λιγότερο πρωτότυπα και περισσότερο “σίγουρα” ώστε να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στην πίεση. Και έτσι σκοτώνουμε τη δημιουργικότητά μας.
Σε πρώτη ανάγνωση, τα παραπάνω ακούγονται απολύτως λογικά και είμαι σίγουρος ότι όλοι έχουμε αισθανθεί ότι όταν είμαστε χαλαρότεροι έχουμε περισσότερες (και ενίοτε καλύτερες) ιδέες –ναι, υπάρχουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι λειτουργούν καλύτερα υπό πίεση όμως προσωπικά δεν έχω γνωρίσει κανέναν που να είναι πραγματικά έτσι και ακόμα και αυτοί που είναι κάπως έτσι, συνήθως καταλήγουν με προβλήματα υγείας που αντισταθμίζουν σοβαρά τα όποια οφέλη είχαν από την τροφοδοτημένη από άγχος αποτελεσματικότητά τους.
Φοβάμαι ωστόσο ότι ο ευφυέστατος κατά τα λοιπά Κλιζ, υποπίπτει σε ένα κοινότατο ολίσθημα, αυτό της αδυναμίας να συνειδητοποιήσει ότι διαφορετικές γενιές ανθρώπων κινούνται σε διαφορετικό πλαίσιο αναφοράς. Με άλλα λόγια, δυσκολεύεται να αντιληφθεί ότι όπως η δική του γενιά κατάφερε να αφομοιώσει τον θόρυβο της δεύτερης γενιάς Μέσων επικοινωνίας, αυτή των παιδιών του, θα καταφέρει να κάνει το ίδιο με την τρίτη και την τέταρτη. Και ότι όπως και οι προηγούμενες, θα χρησιμοποιήσει τα Μέσα προκειμένου να εκφράσει τη δημιουργικότητά της –στο σημείο αυτό έχω μια ακόμα διαφωνία με τον Τζον Κλιζ: δεν νομίζω ότι στην εποχή μας υπάρχει όντως περιορισμένη δημιουργικότητα.
Όπως σίγουρα έχουν καταλάβει οι αναγνώστες, είμαι μέλος της γενιάς που βρίσκεται ανάμεσα σ’ αυτή του Τζον Κλιζ (είναι σχεδόν συνομήλικος με τη μητέρα μου) και σ’ αυτή των μιλένιαλ (οι περισσότεροι συνομήλικοί μου έγιναν γονείς στα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα). Η θέση αυτή μου επιτρέπει μια πολύ ευνοϊκή θέση στο θέατρο της καθημερινότητας: όχι τόσο πίσω ώστε να μη βλέπω τι γίνεται και όχι τόσο μπροστά ώστε να μην μπορώ να αποστασιοποιηθώ από ανοησίες όπως το “FOMO” και η ανεξέλεγκτη πολιτική ορθότητα. Και στην προκειμένη περίπτωση, ίσως η θέση αυτή να μου προσφέρει τη δυνατότητα να διακρίνω κάτι που ακόμα και κάποιος με τη διεισδυτικότητα του Κλιζ μπορεί να παραβλέψει –αν κάνω λάθος ο κόσμος που έρχεται θα έχει πολύ λιγότερες πιθανότητες να γεννήσει τους επόμενους Μόντι Πάιθον...
Σχόλια