Αισιόδοξα και απαισιόδοξα

Αισιόδοξα και απαισιόδοξα

Με το πρόβλημα του σπαμ στη δεκαετία του 1990, παρομοιάζει το σημερινό πρόβλημα του Internet με τις ψευδείς ειδήσεις και τη διαστρέβλωση της αλήθειας το πρόσφατο άρθρο του Σουνίλ Πολ στο “Medium”. Εντοπίζοντας τη λύση σε τρεις πυλώνες (τεχνολογία, κοινωνικά κίνητρα και νόμοι), ο ινδός επενδυτής και συνιδρυτής των Freeloader, Brightmail/Brightlight και Sidecar, καθώς και της εταιρείας VC, Spring Ventures, θεωρεί ότι μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα λειτουργώντας σαν κοινότητα, καθένας συνεισφέροντας στο μέτρο των δυνατοτήτων του.

Το κείμενο είναι αισιόδοξο –και ενδέχεται όντως το πρόβλημα να πάψει μετά από έναν συνδυασμό των τριών παραπάνω παραμέτρων όπου οι χρήστες θα πιέσουν και τις εταιρείες και τις κυβερνήσεις να εφαρμόσουν τεχνολογικές και νομοθετικές λύσεις αντίστοιχα. Η διαφορά όμως είναι ότι, αντίθετα με το σπαμ της δεκαετίας του 1990 το οποίο όλοι συμφωνούσαν ότι ήταν πρόβλημα, οι ψευδείς ειδήσεις σήμερα είναι για ένα μεγάλο κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού (όποιος νομίζει ότι περιορίζεται στους ψηφοφόρους του Ντόναλντ Τραμπ, πλανάται!) είναι οι πραγματικές, αμερόληπτες ειδήσεις. Πώς θα πεισθούν οι άνθρωποι αυτοί να πιέσουν για την επίλυση του προβλήματος όταν δεν το θεωρούν πρόβλημα;

Στην πραγματικότητα, η κατάσταση πάει ακόμα πιο μακριά –αν η άποψη του Σουνίλ Πολ ακούγεται υπερβολικά αισιόδοξη, αυτή της συγγραφέως και αρθρογράφου του “Guardian” Κάρολ Καντβάλαντρ στο κομμάτι της για την Google δεν ακούγεται απλώς απαισιόδοξη –είναι άκρως καταθλιπτική. Και ο λόγος; Ότι αν επαναλάβει κανείς τις αναζητήσεις που έκανε και η ίδια (σχετικά με το Ολοκαύτωμα) στη μεγαλύτερη μηχανή αναζήτησης του πλανήτη θα πάρει ακριβώς τα ίδια αποτελέσματα, τουλάχιστον στην πρώτη σελίδα (εκεί δηλαδή που σταματούν οι περισσότεροι).

Η θέση της κ. Καντβάλαντρ δεν είναι μόνο ότι οι αρνητές του Ολοκαυτώματος έχουν καταφέρει να χρησιμοποιήσουν την Google προς όφελός τους –εξ ου και τα αποτελέσματα που παραπέμπουν κυρίως σε αρνητές της αποτρόπαιας αυτής στιγμής της ανθρώπινης ιστορίας. Αλλά ότι η Google οφείλει να παραδεχτεί την ευθύνη της στη κατάσταση αυτή, να πάψει να χρησιμοποιεί την άμυνα που συνοψίζεται στη φράση “εμείς δεν παράγουμε το περιεχόμενο συνεπώς δεν έχουμε  ευθύνη” (και που έκανε διάσημη η Facebook) και να συμμετάσχει στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, ίσως η αισιόδοξη θεώρηση του Σουνίλ Πολ να αποκτήσει σάρκα και οστά.

 

Το πρόβλημα είναι αν μπορεί κανείς όντως να πιέσει την Google -ή την Facebook. Ναι μεν όλοι εμείς που χρησιμοποιούμε τις υπηρεσίες των εταιρειών αυτών είμαστε ο λόγος που έχουν γίνει τόσο μεγάλες όμως το πρόβλημα είναι ότι δεν είμαστε εμείς αυτοί που τις χρηματοδοτούμε –οι υπηρεσίες τους είναι δωρεάν, μην το ξεχνάμε αυτό! Και αν αποφασίσει κανείς να πάψει να τις χρησιμοποιεί, πού θα κάνει τον θόρυβο που χρειάζεται προκειμένου η παραίτησή του να έχει αποτέλεσμα; Είτε μας αρέσει, είτε όχι, έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που χρειαζόμαστε τις εταιρείες αυτές περισσότερο από ό,τι μας χρειάζονται εκείνες, πράγμα που σημαίνει ότι στην πραγματικότητα το μόνο που πραγματικά μπορούμε να κάνουμε είναι να εμπιστευθούμε τις προθέσεις τους –παράλληλα, όπως λέγαμε τις προάλλες, μπορούμε επίσης να μποϊκοτάρουμε τα προϊόντα στα οποία οφείλουν την ύπαρξή τους τα σάιτ των ψευδών ειδήσεων (http://www.deasy.gr/fresh-fish/c11885/Mia-idea-gia-thn-antimetwpish-twn-yeydwn.html) 

ΕΙΔΗΣΕΙΣ,SOCIAL MEDIA,ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ,

Σχόλια

ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ. ΦΟΡΤΩΝΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ...

Home