Η αλήθεια είναι ότι οι απαιτήσεις μας από την τεχνολογία συχνά γίνονται παράλογες –και η αλήθεια επίσης είναι ότι γι αυτό ευθύνονται και οι εταιρείες της αγοράς οι οποίες υπέρ-προβάλλουν τα επιτεύγματά τους και τις δυνατότητες των προϊόντων και των υπηρεσιών τους. Και ξεχνάμε ότι για πολλά πράγματα, η τεχνολογία δεν είναι ακόμα “εκεί” όπως ακριβώς θα τη θέλαμε. Ειδικά αν πρόκειται για την κάλυψη των ασύρματων δικτύων (συμπεριλαμβανομένων αυτών των κινητών ακόμα και για απλή χρήση φωνής), υπάρχουν πολλά σημεία, ακόμα και σε αστικές περιοχές ακόμα και μεγάλων πόλεων που ο χρήστης μπορεί να μείνει αβοήθητος, ενίοτε κυριολεκτικά, καθώς η εταιρεία στην οποία πληρώνει τη συνδρομή του ή η συσκευή που κρατάει αδυνατεί να τον εξυπηρετήσει.
Έχω την εντύπωση ότι οι περισσότεροι χρήστες θα έδειχναν κατανόηση αν η εταιρεία τους, τους εξηγούσε εξ αρχής ότι θα υπάρξουν στιγμές και/ή σημεία που δε θα μπορέσει να τους καλύψει –αν μη τι άλλο, είναι καλύτερη λίγη αβεβαιότητα στην αρχή παρά πολλή οργή αργότερα, ειδικά αν ο χρήστης βρεθεί ακάλυπτος σε συνθήκες που πραγματικά χρειάζεται την υπηρεσία. Και είμαι απόλυτα σίγουρος ότι η οργή θα είναι πολύ περισσότερη όταν ο πάροχος της υπηρεσίας καταφεύγει σε τεχνάσματα όπως αυτό στο οποίο αναφέρεται το “Ars Technica” σε χθεσινό του άρθρο και το οποίο έφερε την T-Mobile να βαρύνεται με ένα πρόστιμο 40 εκατομμυρίων δολαρίων από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών (FCC).
Όπως αναφέρει η σχετική εντολή της FCC (υπάρχει ολόκληρη σε PDF εδώ), η T-Mobile επί σειρά ετών, εξαπατούσε τους συνδρομητές της που προσπαθούσαν να καλέσουν από/σε επαρχιακές περιοχές όπου δεν υπήρχε κάλυψη: ο χρήστης καλούσε και κάποια στιγμή άκουγε ήχο κλήσης ο οποίος έμενε αναπάντητος –φυσικά έκλεινε το τηλέφωνο θεωρώντας ότι ο άνθρωπος που καλούσε δεν ήταν εκεί και το θέμα έληγε. Όμως αυτό που αποκαλύφθηκε από τη σχετική έρευνα της FCC (η οποία προκλήθηκε από σωρεία καταγγελιών) ήταν ότι οι σέρβερ της T-Mobile ήταν ρυθμισμένοι να στέλνουν στον χρήστη ψεύτικο ήχο κλήσης όταν δεν μπορούσαν να συνδέσουν την κλήση του. Και αυτό συνέβαινε σε εκατοντάδες εκατομμύρια κλήσεις από το 2007 –και συνέχισε να συμβαίνει παρά το γεγονός ότι το 2014, η FCC, προφανώς υποψιασμένη από άλλη περίπτωση, είχε απαγορεύσει τη χρήση ψεύτικων ήχων κλήσης.
Το γεγονός ότι χρειάστηκε να πάει 2014 για να βγει σχετική οδηγία από την ισχυρότερη επιτροπή ελέγχου της αγοράς τηλεπικοινωνιών στον κόσμο είναι από μόνο του ενδιαφέρον και μας λέει μάλλον πολλά για το λόμπι της συγκεκριμένης αγοράς στις ΗΠΑ. Όμως προσωπικά εξακολουθώ να βρίσκω ενδιαφέρον το γεγονός ότι μια μεγάλη εταιρεία (και, πιθανότατα όχι μόνο αυτή), θεώρησε ότι έπρεπε να καταφύγει σε μια τέτοια τακτική αντί να πει στους συνδρομητές της μια απολύτως ανθρώπινη αλήθεια. Όχι επειδή έτσι θα γλύτωνε το πρόστιμο των 40 εκατομμυρίων (ο τζίρος της για το 2017 ήταν τρεις τάξεις μεγέθους μεγαλύτερος: 40 δις δολάρια) ή το ρεζιλίκι της αποκάλυψης (στις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ, το σκάνδαλο ίσως και να περάσει απολύτως απαρατήρητο). Αλλά επειδή έτσι θα βοηθούσε και τον εαυτό της και τους καταναλωτές να αντιληφθούν την πραγματικότητα. Η οποία, ακόμα και αν δεν είναι τόσο ιδανική όσο την παρουσιάζουν οι διαφημίσεις, σίγουρα δεν είναι τόσο άσχημη όσο ήταν πριν από 20 χρόνια.
Σχόλια