Αν και δεν είμαι (και από όσο θυμάμαι, δεν υπήρξα και ποτέ) ευρωσκεπτικιστής σε θέματα που σχετίζονταν με τον πολιτισμό, την πολιτική ή την οικονομία, ήμουν πάντοτε επιφυλακτικός ως προς τη θέση της ενωμένης Ευρώπης σε οτιδήποτε είχε να κάνει με την τεχνολογία: ήδη όταν έμπαινα στην τρίτη δεκαετία της ζωής μου, στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ήταν εμφανές ότι παρά τη βιομηχανική τους ρώμη, ούτε η Γερμανία, ούτε η Βρετανία, ούτε η Γαλλία είχαν τη δυνατότητα να σταθούν με αξιώσεις στην αρένα της υψηλής τεχνολογίας στην οποία ήδη κυριαρχούσαν οι ΗΠΑ.
Προϊόντος του χρόνου μια ανάλογη συνειδητοποίηση αναδύθηκε και σε σχέση με την υιοθετημένη μου πατρίδα: ναι, η αναγέννηση της Ιαπωνίας μέσα από τις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είναι ένα (όχι και τόσο) μικρό θαύμα και μπαίνοντας στο τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα, οι προοπτικές της έδειχναν λαμπρές για τον ίδιο και για τον επόμενο. Μόνο που όσοι αντιλαμβάνονταν τον τρόπο που λειτουργεί η κοινωνία της χώρας, προειδοποιούσαν και για το επερχόμενο σκάσιμο της φούσκας και για τις αδυναμίες των Ιαπώνων να λειτουργήσουν με τους κανόνες που σιγά-σιγά και μεθοδικά έβαζε η Σίλικον Βάλεϊ. Και η πραγματικότητα τους επαλήθευσε.
Και η Ευρώπη, και η Ιαπωνία λειτουργούν με βάση το consensus, τη συναίνεση –η πρώτη μεταξύ των κοινωνιών που την αποτελούν και η δεύτερη με βάση τα μέλη της δικής της κοινωνίας. Και όταν το σύστημα λειτουργεί (και τις περισσότερες φορές λειτουργεί), τα αποτελέσματά του είναι θαυμαστά και οδηγούν σε ανάπτυξη και σε νηνεμία και σε αυτό που λέμε “αστικό πολιτισμό” και που έχει σαν αποτέλεσμα ένα κόσμο στον οποίο, παραφράζοντας το αθάνατο δίδυμο του Alter, όλοι θα ήθελαν να φέρουν τα παιδιά τους. Όμως όταν πρόκειται για την τεχνολογία του Ίντερνετ, το σύστημα δε λειτουργεί –και δε λειτουργούσε από την εποχή της διαμάχης μεταξύ των υποστηρικτών του μοντέλου δικτύωσης TCP/IP έναντι αυτών του μοντέλου OSI όταν το Ίντερνετ ήταν ακόμα στα πρώτα του βήματα.
Οι Αμερικανοί έχτισαν το Ίντερνετ με βάση τη θεμελιώδη αρχή της κοινωνίας τους: το άτομο. Όποιος θεωρεί ότι έχει την καλύτερη ιδέα, την εξυπνότερη λύση, την πιο πρωτότυπη έμπνευση, προχωρεί και την υλοποιεί και αν όντως αξίζει, με κάποιον τρόπο θα βρει τη θέση της μέσα στη ροή των πραγμάτων και ενδεχομένως θα την επηρεάσει. Όσο οι Αμερικανοί έβαζαν τους υπολογιστές του Δικτύου να μιλούν μεταξύ τους με τη γλώσσα του TCP/IP, οι Ευρωπαίοι έκαναν επιτροπές που σχολίαζαν τα πορίσματα των προηγούμενων επιτροπών και που άνοιγαν τον δρόμο για τις επόμενες επιτροπές που θα ενέκριναν το μοντέλο OSI –όταν τελικά κατέληξαν στον καλύτερο τρόπο σχεδιασμού του Ίντερνετ, το Ίντερνετ λειτουργούσε ήδη ερήμην τους.
Αφορμή για την παραπάνω επισήμανση είναι η είδηση ότι οι ευρωπαίοι νομοθέτες σκέφτονται να φορολογήσουν –προσωρινά- τις αμερικανικές εταιρείες του Ίντερνετ βάσει του τζίρου τους ώστε να καλυφθούν οι φόροι που χάνουν τα κράτη-μέλη από το τρέχον καθεστώς και που, αν όντως γίνει η φορολόγηση με ποσοστό 3% στις 200 εταιρείες που βρίσκονται στο στόχαστρο (με τις Google, Facebook κ.λπ. στην πρώτη θέση), θα φτάσουν τα 5 δις ευρώ. Όπως σημειώνει το παραπάνω δημοσίευμα, το θέμα απλώς συζητιέται καθώς ακόμα και εντός ΕΕ, αρκετά κράτη-μέλη έχουν τις αντιρρήσεις τους –κάποια όπως το Λουξεμβούργο και η Μάλτα, για προφανείς λόγους.
Για μια ακόμα φορά, η Ευρώπη σκέφτεται σαν Ευρώπη και για μια ακόμα φορά, φοβάμαι ότι το κάνει χωρίς να λαμβάνει υπόψη πόσο δυναμική είναι η συγκεκριμένη αγορά –στο τεχνολογικό της κομμάτι αλλά, εξαιτίας αυτού, και σε όλα τα υπόλοιπα. Παρότι καταλαβαίνω και το πρακτικό και το ηθικό κομμάτι της επιθυμίας για φορολόγηση των FANG αυτού του κόσμου, φοβάμαι ότι προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που συνοδεύουν την άνευ λογικής ανάπτυξή τους, απαιτείται κάτι περισσότερο ευφάνταστο από ένα οριζόντιο, ad hoc φορολογικό μέτρο. Το τελευταίο είναι μια ευρωπαϊκή απάντηση σε ένα αμερικανικό πρόβλημα και ο συνδυασμός δε μου φαίνεται καθόλου ανθεκτικός στον χρόνο.
Σχόλια