Από τις ελάχιστες περιπτώσεις παγκοσμίως που η επωνυμία μίας περιοχής έχει συνδεθεί τόσο πολύ με έναν κλάδο, η Silicon Valley αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της δυνατότητας ανάπτυξης ενός ισχυρού επιχειρηματικού οικοσυστήματος από λίγους επιχειρηματίες και σε συνθήκες που δεν φαίνονται ιδανικές. Και όλα ξεκίνησαν το 1955 όταν ένας από τους εφευρέτες του transistor, που είχε θεωρηθεί επαναστατική εφεύρεση στη δεκαετία του 1940, ο William Shockley, επιστήμονας από το MIT, αποφάσισε να δημιουργήσει μια εταιρεία παραγωγής transistors στη γενέτειρά του, το Mountain View. Πρόκειται για μια κοιλάδα 50 μίλια νότια του Σαν Φρανσίσκο.
Την ιστορία της Silicon Valley παρουσιάζει σε μία πρόσφατη έρευνα του το Endeavor Insight και είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και ενδεικτική του πως μπορεί ένα οικοσύστημα να εξελιχθεί.
Καθώς δεν είχε τη δυνατότητα να προσλάβει έμπειρους εργαζόμενους, ο Shockley αναζήτησε νέους ταλαντούχους για να στελεχώσει την επιχείρησή του και κατέληξε σε 8 ερευνητές και μηχανικούς που αποτέλεσαν τον κορμό της επιχείρησης. Τρεις από αυτούς είχαν PhDs από το MIT στη Βοστόνη, ένας ήταν κάτοχος PhD και ένας ήταν καθηγητής από το CalTech στη Νότια Καλιφόρνια, δύο ήταν μηχανικοί από τη Νέα Υόρκη και ένας κάτοχος PhD από το Stanford.
Η ομάδα ήταν πολύ δυνατή αλλά η επιχείρηση είχε προβλήματα στις πωλήσεις, ενώ ο Shockley ήταν πολύ κακός εργοδότης με άσχημη συμπεριφορά στους υπαλλήλους, η οποία οδήγησε στην παραίτησή και των οχτώ την ίδια μέρα.
Η συγκεκριμένη ομάδα συνέχισε να δουλεύει μαζί και κατάφερε με τη βοήθεια ενός τραπεζίτη να βρει επενδυτή και να στήσει τη δική της επιχείρηση. Η αναζήτηση επενδυτή δεν ήταν εύκολη υπόθεση αλλά τελικά ο Sherman Fairchild, ιδιοκτήτης της εταιρείας ηλεκτρονικών Fairchild Camera & Instrument (FC&I), χρηματοδότησε τη νέα εταιρεία που ιδρύθηκε το 1957 στο Palo Alto με το όνομα Fairchild Semiconductor. Με τη βοήθεια του Shelman Fairchild κατάφεραν να κλείσουν το πρώτο τους συμβόλαιο με την IBM και στη συνέχεια ακολούθησαν έργα για το στρατό.
Στον τρίτο χρόνο, η εταιρεία είχε ετήσιο τζίρο 20 εκατομμυρίων δολαρίων και στα μέσα του 1960 έφτασε τα 90 εκατομμύρια δολάρια σε πωλήσεις καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση στην αγορά chips. Η ανάπτυξη της συγκεκριμένης αγοράς συνολικά βασίστηκε σε spin-offs της Fairchild από υπαλλήλους που εμπνεύστηκαν από τους ιδρυτές της εταιρείας. Οι εταιρείες Rheem Semiconductor, Signetics, Molectro, Amelco, AMD και το πιο σημαντικό η Intel ξεκίνησαν από τους ιδρυτές ή εργαζομένους της Fairchild.
Οι ιδρυτές της εταιρείας επένδυσαν στις εταιρείες αυτές και σε άλλα startups, όπως η Apple. Επίσης, λειτούργησαν σαν mentors σε επιχειρηματίες όπως ο Steve Jobs. To 1972, ένας από τους ιδρυτές, ο Valentine δημιούργησε τη Sequoia Capital, που σήμερα είναι μια από τις πιο σημαντικές επενδυτικές εταιρίες με επενδύσεις σε εκατοντάδες εταιρείες συμπεριλαμβανομένων των Google και Cisco. Την ίδια στιγμή άλλο ένα μέλος της ομάδας, ο Kleiner ίδρυσε την επενδυτική εταιρεία Kleiner Perkins με επενδύσεις σε Sun Microsystems, Symantec και Intuit. Οι συγκεκριμένες εταιρείες επένδυσαν, επίσης, σε Netscape και Paypal και οδήγησαν στη δημιουργία νέας γενιάς επενδυτικών σχημάτων όπως Andreessen Horowitz, Founder Collective και 500 Startups.
Στην έρευνα της Endeavor καταγράφονται περισσότερες από 130 τεχνολογικές εταιρείες στην Bay Area που είναι εισηγμένες στο NASDAQ ή στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. 70% από αυτές συνδέονται άμεσα με τους ιδρυτές και εργαζόμενους της Fairchild. Οι 92 αυτές εταιρίες απασχολούν περισσότερους από 800,000 εργαζομένους και η αξία τους σήμερα είναι 2,1 τρισ. δολάρια, περισσότερο δηλαδή από το ΑΕΠ του Καναδά, της Ινδίας ή της Ισπανίας.
Πέρα από τις εισηγμένες εταιρείες, το αποτύπωμα της Fairchild είναι ακόμα μεγαλύτερο. Συνολικά, περισσότερες από 2,000 εταιρείες συνδέονται με τους ιδρυτές μεταξύ των οποίων eBay, Twitter, Yahoo!, Pixar, Instagram, YouTube, WhatsApp, Oracle, LinkedIn, Tesla Motors, Electronic Arts, Nest, Yammer, Agilent Technologies, Juniper Networks,SanDisk, NetApp, Xilinx, Altera, Palintir και Linear Technology.
Σχόλια